Το πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων Solong και το δεξαμενόπλοιο Stena Immaculate υπέστησαν σοβαρές ζημιές μετά τη σύγκρουσή τους στα ανοικτά των βρετανικών ακτών, σύμφωνα με ανακοίνωση της γερμανικής εταιρείας Ernst Russ, ιδιοκτήτριας του Solong. Η σύγκρουση προκάλεσε πυρκαγιά και οι ζημιές και στα δύο πλοία χαρακτηρίζονται σημαντικές. Από τα 14 μέλη του πληρώματος του Solong, τα 13 διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν στην ξηρά, ενώ ένας ναυτικός αγνοείται και οι έρευνες για τον εντοπισμό του συνεχίζονται.
Το Stena Immaculate, το οποίο βρισκόταν υπό βραχυπρόθεσμη ναύλωση από τη Στρατιωτική Διοίκηση Sealift του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, ήταν αγκυροβολημένο κατά τη στιγμή της σύγκρουσης. Σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, το δεξαμενόπλοιο μετέφερε καύσιμα για το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ. Η αμερικανική εταιρεία Crowley, που διαχειρίζεται το πλοίο, ανέφερε ότι μια δεξαμενή μεταφοράς κηροζίνης (Jet-A1) υπέστη ρήγμα, προκαλώντας φωτιά και διαρροή πετρελαίου. Το πλήρωμα εκκένωσε το πλοίο με ασφάλεια μετά από «πολλαπλές εκρήξεις».
Τα επικίνδυνα φορτία των πλοίων
Το Solong, με χωρητικότητα 9.322 νεκρού βάρους (dwt), μετέφερε 15 εμπορευματοκιβώτια κυανιούχου νατρίου, ένα εξαιρετικά τοξικό υλικό, καθώς και άγνωστη ποσότητα αλκοόλ, σύμφωνα με αναφορές της ναυτιλιακής εταιρείας Lloyd’s List Intelligence. Από την άλλη πλευρά, το Stena Immaculate, με χωρητικότητα 49.729 dwt, ήταν εν μέρει φορτωμένο με πετρελαιοειδή και συμμετείχε σε πρόγραμμα προμήθειας καυσίμων για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις.
Ανησυχίες για ρύπανση και περιβαλλοντικές επιπτώσεις
Η βρετανική ακτοφυλακή ανέφερε ότι διεξάγεται αξιολόγηση για τον «πιθανό» κίνδυνο ρύπανσης από το ναυτικό ατύχημα. Η Crowley δήλωσε ότι ενεργοποίησε το σχέδιο έκτακτης ανάγκης και συνεργάζεται με τις αρχές για τον έλεγχο της φωτιάς και την ασφάλεια του πλοίου.
Η Ντάουνινγκ Στριτ εξέφρασε «εξαιρετική ανησυχία» για το περιστατικό, ενώ η βρετανίδα υπουργός Μεταφορών, Χάιντι Αλεξάντερ, ευχαρίστησε τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης για τις προσπάθειες διάσωσης. Η Greenpeace UK τόνισε ότι είναι «πολύ νωρίς» για να εκτιμηθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αλλά εξέφρασε ανησυχία για την έκταση της ζημιάς, λαμβάνοντας υπόψη την ταχύτητα της σύγκρουσης και τις εικόνες από το περιστατικό.
Το ατύχημα αυτό αναδεικνύει τους κινδύνους που εμπεριέχονται στη μεταφορά επικίνδυνων υλικών και την ανάγκη για αυστηρούς ελέγχους και πρωτόκολλα ασφαλείας στη ναυτιλιακή βιομηχανία.